Θεά
Αναθεώρηση ως προς 11:16, 4 Μαΐου 2018 από τον VSal (συζήτηση | συνεισφορές)
Κείμενο
Ο τυπάκος περπατάει αφηρημένος στο δρόμο και κατά λάθος πέφτει πάνω σε μια ξανθιά. Καθώς ζητάει συγγνώμη, την κοιτάζει από πάνω ως κάτω και διαπιστώνει ότι είναι θεά! «Κυρία μου», της λέει, «μένω έκθαμβος και άναυδος!» Και η ξανθιά: «Ναι; Εγώ μένω Πρατίνου κι Αστυδάμαντος». |